Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Βέζερ — (Weser). Ποταμός (790 χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης, του οποίου η λεκάνη απορροής (46.000 τ. χλμ.) περιλαμβάνεται κατά μεγάλο μέρος στη Γερμανία. Εκβάλλει στη Βόρεια θάλασσα, δημιουργώντας ποταμόκολπο πλωτό ακόμα και για ποντοπόρα πλοία.… … Dictionary of Greek
Έσεν — I (Hessen). Ομοσπονδιακό κρατίδιο (21.114 τ. χλμ., 6.077.826 κάτ. το 2001) της Γερμανίας, στην κεντρική ζώνη της χώρας. Κατά τα μέσα του 13ου αι. το Έ. ήταν ήδη ανεξάρτητο και, μολονότι είχε διαμορφωθεί σε αδιαίρετο λανδγραβάτο, διαμελίστηκε… … Dictionary of Greek
Ντίντσενχοφερ — (Dientzenhofer). Επώνυμο οικογένειας Βαυαρών αρχιτεκτόνων, που εργάστηκαν στη Βοημία και στη Φραγκονία από τα μέσα του 17oυ έως τα μέσα του 18ου αι. Μαζί με τους Aσάμ από το Μόναχο, οι Ν. ήταν οι κυριότεροι αρχιτέκτονες της πλούσιας και γόνιμης… … Dictionary of Greek
κατάλογος — Πίνακας, καταγραφή, απαρίθμηση μιας κατηγορίας αντικειμένων, σύμφωνα με καθορισμένη σειρά, συνήθως αλφαβητική. Ο όρος κ. στην κλασική αρχαιότητα σήμαινε ακριβώς μια κατάσταση αντικειμένων ή προσώπων που είχε συνταχθεί με βάση μια συγκεκριμένη… … Dictionary of Greek
σχολείο — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… … Dictionary of Greek
σχολειό — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… … Dictionary of Greek
ανεμοπορία — Ονομάζεται έτσι η τεχνική της πτήσης με ανεμόπτερο και η σχετική με αυτήν οργάνωση. Αν εξαιρεθεί η απουσία του κινητήρα πρόωσης, η πτήση ενός ανεμόπτερου διέπεται από τους ίδιους νόμους της αεροδυναμικής οι οποίοι ρυθμίζουν την πτήση όλων των… … Dictionary of Greek
Βαλαφρίντ Στράβων — (Walafrid Strabo, Σουηβία 808 –849). Γερμανός θεολόγος και συγγραφέας. Μαθητής του Ραμπάνο Μάουρο στο μοναστήρι της Φούλντα και αργότερα παιδαγωγός του Καρόλου του Φαλακρού στην αυλή του Λουδοβίκου του Ευσεβούς. Από το 838, διετέλεσε ηγούμενος… … Dictionary of Greek
Κάσελ — (Kassel). Πόλη (196.700 κάτ. το 1999) της Γερμανίας στο ομόσπονδο κρατίδιο του Έσεν. Βρίσκεται στο κεντροδυτικό τμήμα της χώρας, χτισμένη στον ποταμό Φούλντα. Έχει αξιόλογο ποτάμιο λιμάνι και είναι κέντρο πλούσιας ανθρακοφόρας περιοχής. Στην πόλη … Dictionary of Greek